Ειδωλολατρία είναι η πίστη στα είδωλα και η θεοποίησή τους. Κατά τη μακρόχρονη πορεία του ανθρώπου, η λατρεία των ειδώλων πήρε τη μορφή της αστρολατρίας, της ανθρωπολατρίας, της λατρείας ιερών ζώων, ανθρώπων, αυτοκρατόρων, αγαθών ή κακών πνευμάτων, στα οποία αποδίδονταν υπερφυσικές ιδιότητες. Πιο ακραία μορφή ειδωλολατρίας είναι ο φετιχισμός, δηλαδή η θεοποίηση αντικειμένων, ασήμαντων πολλές φορές.
Στην εκκλησιαστική ιστορία, ειδωλολατρία ονομάζεται η λατρεία των δημιουργημάτων και όχι του Dημιουργού.
Ειδωλολατρία είναι η πίστη στα είδωλα και η θεοποίησή τους.
http://el.wikipedia.org/wiki/%CE%9C%CE%B1%CE%BD%CE%B9%CF%87%CE%B1%CF%8A%CF%83%CE%BC%CF%8C%CF%82
Ο μανιχαϊσμός ήταν γνωστικό θρήσκευμα του μεσανατολικού χώρου, που εμφανίστηκε τον 3ο αιώνα μ.Χ., με ηγήτορα τον Πέρση ευγενή και θρησκευτικό μεταρρυθμιστή Μάνη (216-277).
Το θρησκευτικό σύστημα που προώθησε ο Μάνης έχει περιγραφεί ως μια «εναλλακτική χριστιανική εκκλησία, η οποία υπήρξε για περισσότερα από χίλια χρόνια με οπαδούς σε χώρες που εκτείνονται από τον Ατλαντικό ως τον Ειρηνικό Ωκεανό»[1].
Αρχική εμφάνιση και ανάπτυξηΗ Μεσοποταμία του 3ου αιώνα ΚΧ αποτελούσε μια ακμάζουσα επαρχία της παρθικής και, μετά το 224, της Περσικής Αυτοκρατορίας των Σασσανιδών. Η εκτενής μετακίνηση ανθρώπων και αγαθών ενθάρρυνε τις θρησκευτικές, φιλοσοφικές και πολιτισμικές ανταλλαγές. Ο συγχρωτισμός των ελληνιστικών αντιλήψεων, της χαλδαϊκής αστρολογίας, των εσωτεριστικών και γνωστικών κοινοτήτων και των στοιχείων του σημιτικού παγανισμού δημιούργησε ένα ιδιαίτερα συγκρητικό περιβάλλον. Επιπλέον, η έντονη και αυξανόμενη εξάπλωση του χριστιανικού προσηλυτισμού που συμβίωνε με τον για αιώνες προϋπάρχοντα στην περιοχή ιουδαϊσμό, σε συνδυασμό με τον εξαπλωμένο βουδισμό που μετέφεραν τα μεγάλα καραβάνια από την Ινδία προς την Κεντρική Ασία, προήγαγαν αυτό το κλίμα. Ο περσικός ζωροαστρισμός ασκούνταν από μια κάστα μάγων, η οποία προωθούσε αυτό το αριστοκρατικό περιβάλλον και αναδεικνυόταν έτσι όλο και περισσότερο.
Όταν ο άρχοντας Μάνης ασπάστηκε το χριστιανισμό, ο οποίος περιλάμβανε ισχυρά στοιχεία ιουδαϊσμού, τον ανέμειξε με ινδουιστικές, ζωροαστρικές και βουδιστικές παραδόσεις, δημιουργώντας μια θρησκεία με οικουμενικό χαρακτήρα. Η γέννησή του σε μια ιουδαιοχριστιανική κοινότητα Ελκασαϊτών (Ελκεσσαίων) σήμαινε, επίσης, την ενσωμάτωση στη διδασκαλία του μανδαϊκών στοιχείων. Κύρια χαρακτηριστικά γνωρίσματα του μανιχαϊσμού ήταν η ενσωμάτωση γνωστικών στοιχείων, όπως η αληθής γνώση ως μόνη οδός σωτηρίας του ανθρώπου, και ο δυϊσμός της οντολογίας (φως-σκότος, καλό-κακό, ύλη-πνεύμα). Αυτή η δυϊστική αντίληψη αποτελεί το πιο αναγνωρίσιμο χαρακτηριστικό του μανιχαϊσμού. Οι μανιχαίοι έτρεφαν αντιιουδαϊστικά αισθήματα αλλά ταυτόχρονα καταφέρονταν εναντίον της ελληνορωμαϊκής φιλοσοφίας.
Ο Μάνης δίδασκε ότι, ως ο αγωγός της αληθινής γνώσης, ήταν ο μέγιστος των προφητών και αποτελούσε την υπέρτατη αποκάλυψη, ο οποίος στάλθηκε από το Άγιο Πνεύμα, μετά τους διωγμούς και τις αποτυχίες των προκατόχων του —κυρίως του Ζαρατούστρα, του Βούδα και του Ιησού— για να εγκαθιδρύσει την Εκκλησία των τελευταίων ημερών, την Εκκλησία του Φωτός, και για να παράσχει την οριστική αποκάλυψη που θα διαφώτιζε όλους τους λαούς. Σύμφωνα με το Μάνη, το ανθρώπινο πνεύμα, δηλαδή μια σπίθα που προέρχεται από το θεϊκό φως και παραμένει αιχμάλωτη από την ύλη, θα πρέπει να διαχωριστεί από το σκοτάδι του σώματος έτσι ώστε να επιστρέψει στη μεταφυσικά ανώτερη επικράτεια του θείου φωτός από όπου προέρχεται. Επομένως ο στόχος του μανιχαϊσμού ήταν καθαρά μυστικιστικός.
Ὀρθόδοξος: Ἐπειδὴ συνεληλύθαμεν ἀλλήλοις λογικὴν συζήτησιν ποιήσασθαι͵ ἐρωτῶ σε· Τί τὸ ζητούμενον; |
— Κατά Μανιχαίων διάλογος 1:1-26, Ιωάννης Δαμασκηνός |
Με επιρροές από τον εγκρατή ασκητισμό της Αραμαίων χριστιανών της Ασίας, ο Μάνης απέρριπτε το γάμο και την κατανάλωση οινοπνευματωδών και κρέατος και όρισε μεταξύ των ακολούθων του μια ανώτερη τάξη εκλεκτών, οι οποίοι ζούσαν σύμφωνα με την Επί του Όρους Ομιλία, καθώς και μια κατώτερη τάξη ακροατών στους οποίους επιτρεπόταν να παντρεύονται. Ο ηθικός κώδικας των μανιχαίων περιλάμβανε αυστηρή μονογαμία και πλήρη αποκήρυξη της πορνείας, του ψέματος, της υποκρισίας, της "ειδωλολατρίας" και της μαγείας.
Ο Μάνης, σύμφωνα με τυπικές γνωστικές και μυστηριακές αντιλήψεις, δίδασκε ότι ο καθένας έχει το δικό του άγγελο, τον πνευματικό «δίδυμο» αδελφό του, τον οποίο θα πρέπει να εντοπίσει κατά τη διάρκεια της ζωής του. Ο φύλακας αυτός άγγελος εκπροσωπούσε τη θεία σπίθα του κάθε ανθρώπου η οποία μπορούσε να τον βοηθήσει να υπερβεί τη φυλακή της ύλης. Ο ίδιος πίστευε ότι είχε έρθει σε επαφή μαζί του όταν ήταν δώδεκα χρονών και για δεύτερη φορά στα εικοσιπέντε του (240 ΚΧ) και ο οποίος έκτοτε τον συνόδευε πάντοτε.
Πολλοί μανιχαίοι έγιναν αργότερα διαπρεπείς χριστιανοί θεολόγοι, όπως ο άγιος Αυγουστίνος (354–430). Ο Αυγουστίνος υπήρξε μανιχαίος ακροατής για περισσότερα από εννιά χρόνια πριν γίνει δραστήριος συγγραφέας και στη συνέχεια θηρευτής αιρέσεων της ορθόδοξης χριστιανικής εκκλησίας.
Το κήρυγμα του Μάνη είχε μεγάλη απήχηση καθώς ερμήνευε την ύπαρξη της πονηρίας και του Κακού ενώ ταυτόχρονα παρείχε ένα πρόγραμμα σωτηρίας μέσω της Γνώσης. Οι ιεραπόστολοι του ταξίδευαν σε όλο τον τότε γνωστό κόσμο, ενώ οργανώθηκε μια ιεραρχική εκκλησία, με διακόνους, ιερείς, επισκόπους, ακόμη και αποστόλους. Ο μανιχαϊσμός επέδειξε αξιοσημείωτη ιεραποστολική δράση καθώς διαδόθηκε ταχύτατα ως τον 8ο αιώνα από τη Μεσοποταμία προς την Άπω Ανατολή ως την Κίνα και προς τη Δύση μέχρι τα Βαλκάνια, την Αφρική και την Ιβηρική χερσόνησο. Τα ιερά συγγράμματα του μανιχαϊσμού μεταφράστηκαν από την ανατολική αραμαϊκή και την περσική γλώσσα σε διάφορες γλώσσες και τύπους γραφής.
Suite !!